Τρίτη 22 Νοεμβρίου 2011

ο ηλιος ανατελλει αλλου φετος

ησυχια...
την επομενη φορα,να παρω μαζι μου κι ενα βιβλιο
επειδη δεν καταλαβαινομασταν,σταματησαμε να κοιτιομαστε,μετα σταματησαμε να γελαμε,μετα σταματησαμε να μιλαμε
περασε ο καιρος,κι ολο περναει αυτος ο καιρος,κι οταν περναει,που παει?
αυτοι οι ανθρωποι δεν ξερουν τι παει να πει ησυχια,δεν εχουν σταματησει να μιλανε,να χτυπανε με δυναμη οτι βρουν μπροστα τους,επιτηδες,να μην θελουν να θυμουνται πως ειναι εκει,στεκονται και υπαρχουν
και τ'απογευματα,θελουν δε θελουν,τετοια απογευματα εχουν τρυπωσει για καλα στα παπλωματα τους
καποιες φορες,οταν εχει περασει η ωρα κι εχω πεισει τον εαυτο μου πως αυτη η πολη δεν ειναι μικρη,νιωθω αυτη τη μυρωδια να πλησιαζει.οχι την δικη του,παει αυτη.
τη μυρωδια των εποχων,που λες,που ερχονται καθε δευτερολεπτο που περναει.
φευγουμε κι ερχομαστε
και ερχομαστε και φευγουμε
δε καταλαβαινω τι μου λετε,δεν σας καταλαβαινω καθολου,ή ισως να κανω πως δε καταλαβαινω
συχνα και για πολυ ωρα,κοιταζω ενα σημειο στο μπαλκονι μου,εκει που τελειωνει η τεντα κι αρχιζει ο ουρανος
το καλοκαιρι,περιμενα εκει να δω τον ηλιο ν' ανατελλει και να χανεται πισω απ την τεντα μας
ρε πουστη μου τι ηλιος ηταν αυτος
τωρα ολο κοιταζω,κοιταζω,λες να ανατελλει απ την αλλη μερια ο ηλιος οταν αρχιζει το σχολειο?
οι χαρακιες στις παλαμες μας καλη μου,εχουν σχηματιστει για να περασουν τα ηχηροτερα τρενα,κι εμεις ταξιδευουμε ημερα και ιερα μεχρι τα πιο μακρινα χωρια,ισα με τα ποταμια της καθαρσης και τις "φραουλενιες πεδιαδες"
Καλημερα,καθε μερα ειναι μια ωραια μερα,θες ενα μηλο?
Πηγαμε και στην πινακοθηκη.Θα γυρισω να χαιδεψω τα λυτα μαλλια εκεινης της κοπελας,αν μισοκλεινες τα ματια σου,στ'ορκιζομαι πως ανεμιζουν μεσα απ την κορνιζα της
Δεν ξερω να γραφω,ποτε δεν ηξερα,αλλα τωρα δε ξερω καθολου.
Μ'αρεσει εδω περα.

Δευτέρα 10 Οκτωβρίου 2011

Μια μερα θα γραψω μια ιστορια για ολους εσας.
To ποσο ομορφοι,ποσο ησυχοι φαινεστε μεσα απο τα μισανοιχτα παραθυρα σας
τιποτα δε εχω να πω,μονο τις ιστοριες σας
ισως γι'αυτο να με τρομαξει τις τελευταιες μερες ο θορυβος
"θυμασαι που σου ελεγα οτι ολα ηταν καλα?ε δεν ηταν.."
σαν να αναβει σιγα σιγα ολο αυτο,και η βροχη τοσο απλα τα ξεπλενει ολα
ανεβηκα στο πιο ψηλο βραχο της πολης,κι ακομα δεν μπορω να καταλαβω τι να σημαινουν ολα αυτα
μπορω να καταλαβω την αιωνιοτητα ομως
ειναι δυσκολες οι μερες μας,και θα ρθουν δυσκολοτερες
αλλα χαιρομαι
αγαπαω την πολη μου
τα κτιρια,οι δρομοι,οι γατες,οι γραμμες των πεζοδρομιων,ολους σας
μαθαμε να ζουμε σαν να υπαρχει παντα αυριο
λες και καναμε κατι για να μαστε εδω
λες κι αυτος ο ηλιος ποτε δε θα δυσει
κι εγω δε μπορω ν'ανησυχω για ολους σας
ειμαστε ολοι δυστυχισμενοι,δε στο 'πανε?
κι ορκιζομαι,πως αν δεν ηξερα οτι το χεις πιστεψει,δε θα λεγα τιποτα
δεν εχει σημασια το πως,το θεμα ειναι οτι μιλαμε για χιλια δυο πραγματα που τελικα εχουμε ζησει μονο την αντανακλαση τους
ας μιλουσαμε λιγοτερο
θα ζωγραφιζαμε,θα γραφαμε ποιηματα και μουσικη
κατι θα εβγαινε
τι να τις κανω πια τις ομοιοκαταληξιες ομως
που πας να πεις και το σ'αγαπω σε ιαμβικο δεκαπεντασυλλαβο
εγω θα τρομαξω μονο οταν σταματησεις να με ψαχνεις στους δρομους που χαραξαμε μαζι στην Αθηνα
απο τοτε,εχω ξεχασει να γραφω,αλλα δε με νοιαζει και πολυ
συγκινουμαι ευκολα και καπνιζω πολυ
μαθαινω απ την αρχη πως ειναι να χεις εναν ισιο δρομο μπροστα σου
και εναν απεραντο ουρανο πανω απ το κεφαλι σου
υπαρχει κατι καλυτερο?
τα βρισκω τα πραγματα,ειμαι ενταξει
ολα ειναι στη θεση τους ,ε?
κι η δικη μας θεση που ειναι?
ακομα και το ραδιοφωνο σταματησε να αφουγκραζεται τον αθηναικο κοσμο
νιωθω τοσο θυμωμενη
αυριο μεθαυριο μπορει να καταφερω να γραψω αυτα που με δυσκολευουν
ως τοτε,να μαστε καλα

Πέμπτη 21 Ιουλίου 2011

"Δε θέλω να γλιτώσω από τα όμορφα"

οταν πεφτει ο ηλιος,η καρδια μου ξαλαφρωνει.
Αυτο το καλοκαιρι ειναι παραξενο
κι εγω προσπαθω να δω οσα πιο πολλα ηλιοβασιλεματα προλαβω
Αιτιες δεν υπαρχουν,και για να μεινω ελευθερη,δεν τις ψαχνω.
Ετσι,μετεωρη,στα σκοταδια,πιο ισσοροπημενη απο ποτε, ραβω κι ανοιγω τις κουρτινες μονη μου.
Οι προσπαθειες μου,καποιες φορες θεαματικες και πομπωδεις,εχουν στοχο τις βαριες κουβεντες που πρεπει καπως να ειπωθουν.
Με την ελευθερια μου,καθε πρωι,δεχομαι το ξημερωμα σαν εργαλειο.
Να μαζεψω τους αλλους που πεφτουν,να βγαλω φωνη απο το κεντρο του σωματος μου
και στην γωνιτσα της πτωσης των αλλων,να κανω λιγο χωρο για τον εαυτο μου,να μαζευτω.
Ο αναιπαισθητος καλοκαιρινος αερας,μαζι με τη ζεστη,παιρνει απο πανω μου τον δισταγμο,την περισσεια , και καθεφτιζει απαλα στα νερα τον γυμνο μου εαυτο .
Οσο περναει ο καιρος,ξιλωνω οτι θυμαμαι απ'τ παλια,και ραβω ενα ζωτικο σκοταδι,μια ανεγγιχτη επιφανεια,ετοιμη να γραφει με νεους κανονες
Ο κοσμος απλωνεται οσο περισσοτερο μιλαει κανεις γ'αυτον,οι ιστοριες που διηγουμαστε ο ενας στον αλλον,προβαλλονται με λεπτομερειες στα καφε,σταματαμε να ξεροβηχουμε,κι αρχιζουμε να ερωτευομαστε,μετα απο καιρο.
Ολο δε θελουμε να φυγουμε,αλλα ο δρομος φταιει,που ειναι ενοχλητικος,παραφορος,κι ανθεκτικος σαν Αυγουστος στην πολη.
Εχουμε διαβασει τοσα αποσπασματα,και τα ραφια στο σπιτι μας ειναι γεματα ανθολογιες,
σπαστα κομματια ενδοξων εποχων,χωρις παρελθον και μελλον,σαν χειροβομβιδες.
Αν καποιο βραδυ,τυχει να βρεθουμε μονοι κατω απ τον ουρανο,θα ψαξουμε για πεφταστερια και one night stand ευχες,και με τ'ακροδαχτυλα θα κανουμε πως αγγιζουμε απο μακρια τα παραθυρα των απενταντι σπιτιων.
Αυτο το καλοκαιρι,δε μπορω να το συγκρατησω,γιατι δεν ειναι σαν τ'αλλα.
Ακομη και το παγωτο εχει αλλη γευση,λιωνει διαφορετικα
Οτι αρχιζω,με παει εκεινο καπου αλλου,μακρια απο την αρχικη του διασταση,κι οτι τελειωνω-πραγμα σπανιο-μπαζει απο χιλιες μεριες.
Με παρεα,εχω κοιταξει καθε μερος γι αδικαιολογητους χωρισμους και χαμογελα τυπου prozak, και μονη μου εχω θυμηθει κι εχω ξεχασει και ξαναθυμηθει,να αλλαζω δερμα καθε που αρχιζει να σηκωνει κυμα.
Μια μοναξια,τελειως δικη μου και ανιδιοτελη,αυταρκης λοιπον,αυταρκης με μικρα κ απαραιτητα χαστουκακια απ' τους αλλους ανθρωπους.
Οι αυτοκρατοριες εχουν γινει θεορατες και παναχρηστες,δεν γινεται να μην ερωτευτεις ,σε εναν Ιουλιο σαν κι αυτον.
Η ποιηση,σαν φυσικη καταστροφη,γινεται ομπρελα κατω απο τις βροχες που ρεουν στις φλεβες μας,και μας ξεπλενει,στεγνα.
Να μην εχω αναγκη κανεναν.
Το λεω απο μεσα μου,καποιες φορες το ψιθυριζω,συγκινημενη απο την ορμη,και τον τροπο που σαλευει η ψυχη μου κατω απ' το τοσο φως..
Οταν φυγουν ολα αυτα τα σκοταδια,πειτε μου,τι θα σας μεινει?
Εγω αν το βραδυ ξυπνησω μεσα στον υπνο μου,η ησυχια,θα με δυναμωνει,οσο ξενα κι αν ειναι τα πραγματα,θα γυρναω πλευρο,θα σκεπαζομαι λιγο καλυτερα,μεχρι να με παρει ο υπνος,με το φως απ'τα τοσα καλοκαιρινα ηλιοβασιλεματα και τη ζεστασια των ανθρωπων που δε γνωρισα,αλλα αγαπησα,να μου κρατανε συντροφια.

Τετάρτη 13 Ιουλίου 2011

"...κάποιο μινόρε της αυγής ..."

εφτασε ο καιρος να σταματησουμε να μιλαμε τοσο.
"οτι,τι?"
"οτι φυσαει πολυ"
πολλες χορταστικες ανατολες,κι εμεις κοιταμε τα τσιγαρα μας
τοσες αγρυπνιες-μα επρεπε να προσεχουμε
πως θα μπει ο πρωινος ηλιος,απο ποιες σχισμες
σε ποια στιγμη πρεπει να αδειασουμε το τασακι
σε ποια αλλη να αναταποδωσουμε τις χειρονομιες της θαλασσας
τ'αστερια εγιναν αφιλοξενα εκεινο το βραδυ,
τα πεφταστερια,μου κατατρυπησαν τα ματια.
εδω φυσσαει,και δε φτανουν τα ρουχα μου να ζεσταθω.
μου ειπαν πως καποιος επαιξε την τυχη μου στα ζαρια,
κι ηταν πολυ αργα,ειχε περασει η ωρα,δεν βρηκα απο ποιον να τη ζητησω.

με εφερες γρηγορα μεχρι εδω..
μα ειναι τοσο ομορφη αυτη η νυχτα
φωτεισμενη,φρεσκοπλυμμενη
να δεις που δε θα ξαναχρειαστουμε τιποτα
μονο μια λιμνουλα θαλασσα
κι αυτο το ολοστρογγυλο φεγγαρι να χτυπαει στα νερα της

δε βρισκω το χερι σου,σκοτεινιασε,ξεχασαμε
δεν θα σαι ποτε φιλος,θα εισαι ποιηματακι,μικρο και προσεχτικα θαμενο στο τετραδιο μου
την ωρα που σηκωνεται ο ηλιος,δεν υπαρχουν νικητες και ηττημενοι
ερχομαστε κοντα,μονο για να ξαναφυγουμε-ετσι,προσχεδιασμενα
παυει ο ανθρωπος να υπαρχει
οταν κοιταζει συνεχεια, μονος, τοσους ηλιους να αναδυονται απ'τα νερα

φυσαει,κι η αμμος εχει τρυπωσει στις πιο απανεμες γωνιες μου
και βιαζομαι πολυ σημερα,να κανω στην ακρη αυτα που νομιζα ξεχασμενα
να τα σκεπασω βραχια και να αφησω πισω μια παλια ξεκουρδιστη κιθαρα

ποτε δεν ζησαμε στον τοπο που επρεπε
γραψαμε τοσους επιλογους,χωρις να ξερουμε πως ν'αρχισουμε
με τοσο αδικαιολογητο φοβο κι αραδιασμενες πολλες και κακομεταφρασμενες συλλογες ποιηματων στο τραπεζι
δε ξερεις τι απ'τα δυο πειθει περισσοτερο
να σαι φανταχτερα δειλος,ή ο,τι χαθηκε στο ποιημα?

κοιταχτηκαμε για λιγο,υστερα απο αμηχανια,ο ενας εστρεψε το βλεμμα δηθεν αδιαφορα στα καγκελα του μπαλκονιου
το 'ξερα ομως,πανω στα χειλια σου ειχε χαραξει ενας σαμανος τις προσευχες του
κι αυτη η γη του τοπου μας,δε θας σ'αφησει να μη λυγισεις,
να μην ανασταναξεις πανω απ'τα φυκια και τα ελατα

τι να μου κανει το ελαφρυ σου περπατημα καλε μου;
στην αρχη,ισως και να ταν αρκετο
οταν κανεις δεν θα στεκοταν ν'ακουσει τον δικο μου βηματισμο,
τις στιγμες που ακολουθουσα με τα ακροδαχτυλα μου το περιγραμμα του σωματος μου
πριν κατεβουν ολα τ'αστερια να μου δειξουν το δικο σου,
θαλασσοστολισμενο,
με την γυαλαδα των κυμματων στο ασπραδι των ματιων σου
θα ξεχαστουν ολα,γιατι ποτε δεν υπηρξαν
δειξε μου,κατω απο ποιες πορτοκαλιες,να σε παρηγορησω?
με ντεφια και μαρακες,θα κλεισω τις ανοιγμενες σου πληγες,και με μεγαλα πλατανοφυλλα θα φερω τους αερηδες μεχρι να αποκοιμηθεις
μετα θα χω χρονο,να διαλεξω το σωστοτερο μονοπατι
να κοιμηθω σε φωλιες αετων
ωσπου να ρθει το ξημερωμα,με τα βαρια του τρεμαμενα μινορε
με τ'αδειασμενα μας μπουκαλια πεταμενα σε μιαν ακρη
πες μου,μπορει ν'αποφυγεις τ'αναποφευκτο?
μικρο μου γιασεμι...

Δευτέρα 27 Ιουνίου 2011

"μερες παραξενες,θαυμασιες μερες"

με μεγαλη προσοχη,
ξιλωνω ενα ενα τα καρφια που με κρατουσαν πισω
η πολη τοσο ησυχη,τοσο μυστηριακη
το φεγγαρι ψιθυριζει στις σιδεριες,κι οι λαμψεις τους ζαχαρωνουν τις ταρατσες.
λεξεις και λεξεις ξεχυνονται απο καθε ακρη του νου μου
πως να τις πω,δεν μου εχει μεινει φωνη
δεν μου χει μεινει ουτε σταλια

κι αν βρεις χρονο,περνα απο το σπιτι..
κανεις μας δε μπορει να σταματησει το καλοκαιρι
θελω να πω,δεν ειμαστε πια αορατοι οι δυο μας
και αν κοιταξεις καλα στις αθηναικες ταρατσες,
θα βρεις πολλα αποτσιγαρα
και μετα απο καθε παρτυ
περναει ολο το βραδυ στο λεπτο που λεμε καληνυχτα

Μεσα στο μπλοκακι μου,εχω γεμισει σελιδες με ερωτησεις,
οποτε κουραζομαι,το ανοιγω,και βλεπω τις απαντησεις να πετανε,σα πουλια,να γυριζουν στο φως,κι εκεινο ο κοσμος μακρινος,κι ολο ξημερωνει,καθε στιγμη ξημερωνει
τελευταια φορα,ηταν στον κηπο σου,νομιζω θυμασαι

Ολα θ'αλλαζουν,οπως μετρας απο το μηδεν ως το απειρο,
ο δρομος απο το μετρο μεχρι το σπιτι,δε θα ναι ιδιος.ουτε οι τεσσερις στασεις με το λεωφορειο
ομως ισως,πιο παλια,να μπορουσαμε να κανουμε αυτη την εποχη κατι πιο πολυ
εκει που δειχνουν τα χερια,εκει θελω να παω
περιμενεις ν'ακουσεις πολλα,αλλα εγω δεν εχω τιποτα καινουργιο
δεν ειναι παρακαμψη αυτο,ετσι δεν ειναι?
απο την αρχη αν θυμασε,μας σκεπαζε ενας μωβ ουρανος,γεματος αστερια και δορυφορους.

Για να με λογαριαζουν,πηρα την ασπρη γραμμη ενος αεροπλανου και την εδεσα γραβατα
χαμηλωσα τα ματια του φιλου μου
ομως σου εμαθα πως ν'αγγιζεις λουλουδια χωρις να ματωνεις
μην το πεις σε κανεναν,
αλλα οποτε εσβηνες το φως,εγω δακρυζα
τι να εκανα,μεσα στα μαλλια σου υπηρχε τοση ζεστασια
ειχα φυλαξει μια υποσχεση να σου ζητησω
και υστερα αλλη μια

Τα ψεματα μας,οσο περναει ο καιρος,γινονται πιο μελωδικα
το ειχε πει ενα παιδι,αλλα δε το πιστεψε κανενας
του δινουμε καθε πρωι την ζωη μας,και μας την επιστρεφει το βραδυ
να την γυρισουμε στα ξενυχταδικα
στον χαρτη της γεωγραφιας του σχολειο μας.
εισαι ενας κακος πειρατης,ομως μ'αρεσεις
σκιζεις με τον γαντζο σου το επομενο ονειρο
κλειδωνεσαι στα ασανσερ και κανεις βολτες στην απογευματινη πολη
κοιτας σταθερα,και με τα δυο σου ματια την εκλειψη ηλιου
ολοι δειχνουμε τοσο ομορφοι την νυχτα
δειχνουμε λαμπεροι,βαμμενοι,αληθωροι,ευτυχισμενοι
Συντονισου εδω
σε αυτη την κεραια δεσε αλλη μια σημαια
ξερεις,ολοι οι ηρωες χρειαστηκαν καποτε μια πολυ απλη ιστορια
να την δεσουν σε μπαλονια,να την πουν απο μεσα τους πολλες φορες
να χασουν λιγο χρονο

οτι με εχει πληγωσει,λαμπει τωρα που ειναι νυχτα
δεν ξερω ποιοι ειναι οι ιπποτες,οι ηρωες,οι μασκαρεμενοι
τα πραγματα ηταν τοσο ομορφα,κι ακομα ειναι,και θα ειναι παντα
τα τρανζιστορ θα παιζουν μουσικη στις βιβλικες καταστροφες
τουλαχιστον,θα ειχαμε ο ενας τον αλλον
μπορει τα παραθυρα μας να μην βγαζουν σε ανθισμενους κηπους
αλλα θα χουμε παντα ενα βουνο ολο δικο μας,μια παραλια,ισως κι ενα ψαρακι σε μια γυαλα
και μια μερα θα σου πλεξω γαρδενιες αναμεσα στην κοτσιδα σου
κι συ για μια στιγμη δε θα μπλεχτεις με τις σκεψεις μου,ουτε θα ψαξεις βαθια στα μυστικα μου,
θα μου θυμισεις αυτα που θελω να θυμαμαι
γιατι κι εγω,κι εσυ το ξερουμε,πως αν αγαπας,δεν θα αγαπας μια φορα,θα αγαπας συνεχεια,για παντα.

Σάββατο 30 Απριλίου 2011

"I mean yes,we are sinking,but the music is exceptional"

το δασος,το καστρο,το κλειστο δωματιο
ολος ο κοσμος μας,μια μικρη φυσαλιδα
γεματη πεφταστερια,κλαδακια,και λεπτα κατατασπρα χερια
θελαμε βλεπεις,να δειξουμε μια αγαπη πιο μακρινη
εναν κυκλο πιο οργισμενο,πιο αγριο
και τωρα δες...
ψαχνω τους πινακες,τους σχεδιασμους,
σε κανεναν χαρτη δεν εχει μεινει σημαδι μας,
σε καμια σημειωση δεν ειναι τ'ονομα μας.
μονο εγω,ηταν παλια
θυμαμαι
μπορουσα ν'ακουσω τη μουσικη
και τους ψιθυρους των ματιων μας,
οπως επλεαν απαλα,ανεγγιχτα
σε κατακοκκινους ουρανους
και βιαια πατημενα πληκτρα.

δε μπορω να θυμηθω καποια φορα
που να μας ονειρευτηκα ολοκληρους.
καθε φορα,κατι λειπει.
ενα μανικι την μια φορα,
την αλλη τα γονατα σου δεν εχουν χρωμα,
η το σεντονι γλιστραει ολη την ωρα απο τους ωμους μου.

Ηταν κατι βραδια,οχι τωρα,πιο παλια
που ηθελα να σκισω τη λογικη σου σε κομματια
ηθελα να τη κανω παθος,να αφησω τα δαχτυλα μου να τραβηξουν τα ερωτηματικα σου μεχρι κατω.
ηταν εκει ομως,ο θωρακας σου,κυλαγα απαλα μεσα απο τα πλευρα σου
μια ανεπαισθητη ανασα.

αλλες παλι φορες,εκανα την μαγισσα.
μιλουσα με μεταφορες,και εβγαζα τα φωνηεντα απ' τις λεξεις.
οταν αφησα καταλαθος κατω απ'το κρεβατι ενα απ' τα φαντασματα σου,
μου ειπες πως δεν μπορω να ξαναπαιξω ποτε ξανα αυτο το παιχνιδι.


αν μισοκλεισεις τα ματια σου,τα φωτα του δρομου,
γινονται αμετρητοι καημοι,στο γυρισμο,για το σπιτι

Τετάρτη 20 Απριλίου 2011

"Φέρνει από μακριά, λέξεις που δεν ξεχωρίζουν, ιστορίες που ανθίζουν κάτω από τη γη"

δε θα ρθει απο ψηλα?δε θα ρθεις?
και θελω να αρχισω,και ειμαι χιλιαδες.
και να πεταξω,να ξεσφιχτω και να μαι ενας.
κοιταζω ουρανους κι επιγραφες,και εχω τοσες στροφες να διαλεξω.
με τι κουραγιο κεντατε φιλοι μου,ο καθενας τη πινεζα του στους γαλαξιες?
το νερο μες στα χαντακια ειναι γαργαρο,το δικο μου ειναι αιμα που δε χυθηκε ακομη
ειναι σταχτες, και οι καιροι μου,εχουν ηδη ξεχαστει.
οι Αθηνες μου ειναι πολλες,ειναι ερηπωμενα σπιτια σημαιοστολισμενα,και στιχοι που πιεζουν τα χειλη και παραμιλουν βαθια ριζωμενα παραμυθια
ειναι νυχτωμενοι ουρανοι,και σκισμενα καλσον πανω σε βραχια,ειναι μυστηριακες γκαιντες.
ο αερας να βουιζει,φερμενος απο τις πεδιαδες και τις πολυκατοικιες της αβυσσου,απο πατους και κορυφες,ενας αερας που ειναι ανασες,που ειναι αστερες,και ξεκουρδισμενα αρπισματα,να μη θες να σκυψεις.
οι νυχτες μου ειναι ζεστες και κοκκινες,σε πινουν,ειναι χτικια και βρεγμενες λεξεις,φουσκωμενες,ειναι μαγισσες και ειναι χωμα
εχω στα συρταρια μου κρυμμενο εναν πνευστο ανθο,ενα συννεφο μεσα στα μπουκαλια,και εχω χαρτι και μολυβι.
δεν εχω καμια δυστυχια,ισως η μονη μου τυραννια να ναι η ελλειψη αληθειας,να ναι ο κληρος και το τι αφηνει το περπατημα μου.
οι Αθηνες μου ειναι συναυλιες και κονσερτα ολοκληρα,ειναι η μεγαλυτερη ορχηστρα,ειναι οι Ακροπολεις,και να το ξερεις,τιποτε απ αυτα δεν ειναι ψεμμα.Ειναι παραθυρα και εντονες αισθησεις,τιναγματα,ψηλα κλαδια,γκρεμισμενοι εγωισμοι.ειναι αυτο,ειναι κατι παραξενο κατι ακατορθωτο,μυστικο κι αγαπημενο,μονο οι μαυροντυμενες γιαγιαδες μας το ξερουν,και οι παπαρουνες που καθε ανοιξη γρατζουνανε τα χωραφια.ειναι το κατι παραπανω,ειναι ο αλλος εαυτος,το αλλο σπρωξιμο,ειναι ερωτικο και σε τρομαζει."φερνει απο μακρια λογια που δε ξεχωριζουν,ιστοριες που ανθιζουν κατω απο τη γη".ειναι χερια,δαχτυλα,παλαμες,αγγιγματα,φιλια,χτυπηματα,χειρονομιες,δεν ειναι για ολους.
εχει επτασφραγιστες πυλες,τις φυλανε σφραγισμενα χειλια,τις κρατανε τα μαρμαρα και οι ποιητες,δεν κρυβονται.
τοσες διαδρομες διπλανε μου να ψηλαφησεις,τα στενα δεν ειναι ποτε δυο τοιχοι κι ενας δρομος.γ αυτο πιανεται η ανασα του οταν πας να τ'ανεβεις,δεν ειναι για ολους.
ειναι οι λεξεις οι λεξεις οι λεξεις,που δε ξερεις τι πανε να πουν αλλα τις λες,ειναι τα ρουχα σου που τα φορας απο συνηθειο,ειναι οι στροφες,ειναι ναυτια,οποιος ατυχος το ξερει,θα γινει πετρα και θ ακουσει οσα εκανε οτι δεν ακουγε,την αληθεια και το ψεμα,που μονο με ψεμα δε μοιαζει,το εγω του παγου,το κριμα της σεληνης,θα ακουσει τις ριζες των δεντρων και βγει απο τις πυλες,θα γινει σφραγιδα.

Δευτέρα 28 Μαρτίου 2011

"ειμαι παντερημος,οσο κι ο φεγγαρος ψηλα ψηλα"

η απωλεια,κοριτσακι,η απωλεια..
την εφερε η ανοιξη!δες εξω.κοιτα εξω...
ειναι ολα τοσο ομορφα,τοσο ομορφα,που σχεδον ποναει
ανεβα πανω στο πιο ψηλο βραχο της αθηνας,κατω απο το πιο φωτεινο αστερακι
δες πως κρατας τον κοσμο με τα βλεφαρα σου
δες πως εχασες,ο λειψος χαμος,η ευθυνη,ποτε μα ποτε δεν ηταν πιο γλυκο αυτο το αισθημα,το ποσο χρονο σου πηρε να το καταλαβεις
κοιτα τον κοσμο κατω
ποσες κεραιες,μικρα φωτακια,φωτα αυτοκινητων,πιο διπλα η ακροπολη,απεναντι η θαλασσα
ποσο ειναι ομορφα,πως ηρεμεις κοριτσακι
και θες να μιλησεις και δεν εχεις φωνη,
οπως στην αρχη αρχη,δεν εχεις λεξεις,δεν εχεις τιποτα,μονο μια ζακετα
και εναν μικροκοσμο κατω απο τα βλεφαρα σου
αχ κοριτσακι..
πετας χαρταετους,κρεμιεσαι στα μπαλκονια,κανεις σκοινακι στα υψωμενα φρουρια,ξελυνεις τα μαλλια σου,και μαζι μ' αυτα ξελυνεσαι κι εσυ κι ανασαινεις,ολο ανασαινεις
οσο πιο βαθεια μπορεις,με ολη σου τη δυναμη
ζαλιζεσαι λιγακι,γεμιζεις,ξαλαφρωνεις,αγγιζεις τον λαιμο σου,κλεινεις τα ματια κι ανασαινεις ξανα,πιο βαθεια,πιο σωστα,απ το στομαχι
Αθηνα,σταματα να εισαι τοσο ομορφη
κι αυτη η μυρωδια,τα δεντρα,το λιγο χωμα που εμεινε,αυτη ειναι η δικη σου κληρονομια κοριτσακι
κι ανοιγεις το στομα,και σαν και πρωτα δεν εχεις φωνη
και τι να πεις,δεν ειναι αναγκη
το φεγγαρι ειναι πλαι στο αστεροσκοπιο
κοιταξε το,αυτο το κτιριο,ποσο οικειο,ποσο δεμενο με τον οριζοντα,
κοριτσακι ηρθε η ανοιξη
απο τα ματια σου βγαινουν χαιδεμενες πεταλουδες
διαβαζεις το βιβλιο σου,μετα το αφηνεις λιγο,παιρνεις το μπλοκακι,παιρνεις το μολυβι,ξεκινας ποιηματα,τα ξαναφηνεις,και παλι απ την αρχη
νοσταλγεις,δε σκεφτεσαι,δε τολμας να σκεφτεις κατω απο τετοιο ουρανο
ποσο αληθινο,ποσο ειλικρινες
και το ξερεις κοριτσακι,τα εχουνε πει αλλοι για σενα
ξεχνιεσαι,τιναζεις τις σκονες απ' τους φιλους σου,τιναζεις απ' τα συννεφα το γκρι
μαλλον αυτο αστο για καποιον αλλον,αυτον που κρεμεται στο λαιμο σου
και ειναι αληθεια μικρη μου,σαν να 'ταν η μοναξια διπλη,ραμενη αδεξια με κλωστιτσες,και ποτε ξανα τα σχεδια σου για την επομενη μερα δεν ηταν τοσο δυνατα,τοσο ανυπομονα!
αχ κοριτσακι!για σενα δεν ανησυχω!με λιγο καθαρο ουρανο ησυχαζεις!

Πέμπτη 24 Φεβρουαρίου 2011

το κυβικο δωματιο

Αθελα μου,εφτιαξα με χαρτονι και γρασιδι μια συνομιλια.
θαυμασα την απαλοτητα και το τρανταγμα του "μετα"
και χωρεσα την μικρη μας συναντηση στο "μ"
ειχα μια σχετικη αισθηση του χρονου,ανωδυνη και διαφανη
με την νοσταλγια του ασπρου δωματιου και την ταλαιπωρημενη λαμπα που χασκει απ το ταβανι
οι σταγονες που επεφταν στον νεροχυτη,σαν να κρατουσαν τον ρυθμο,την συνοχη του συμπαντος,διαβαζαν τις λεξεις,την υπαρξη,την παγωμενη ωρα στις τεσσερις το πρωι
σαν ενα λαμπακι στο ασπρο δωματιο,ενα λυτρωτικο μα ενοχλητικο κεφαλι
που σπαει το ασπραδι της σχετικοτητας.
ενας φιλοσοφος που εκανε τον γυρω του κοσμου,,κατεγραψε με καθε λεπτομερια και με ολες τις αισθησεις του οσα ειδε.λενε οτι δεν βγηκε ποτε μεχρι την εξωπορτα του σπιτιου του.
το δωματιο ειναι ασπρο,και η προσπαθεια σου τοσο αστεια να ορισεις το συμπαν.
σαν τεντωμενο δερμα, σαν τη στιγμη που ενα πρωινο ονειρο ξεθωριαζει ,και αναβλυζει,ενα κρισημο σημειο του αινιγματος.
κοιταζω γυρω μου.δεν γνωριζω,και πολυ ταπεινα,θελω να γονατισω κατω απο την λαμπα.
αφηνω το φως της λαμπας, να ρεει αναμεσα στα δαχτυλα μου,κι ακολουθω τις κινησεις,ενας χορος δρασης-αντιδρασης,οι λεξεις με ολη τους την γυμνια χτυπανε πανω στα τοιχωματα του ευφλεκτου και ευελικτου κυβου μου,σαν να ζηταν να τον κατασπαραξουν,αλλα δεν τολμουν,ειναι κατασπρο το δωματιο.
καποιοι αρνουνται να αποδεχτουν,πως ποτε δε συναντηθηκαν,τελικα η συναντηση χαθηκε,και ξαναπλαστηκε απο το εξαιρετικο ταλεντο ενος χαρτοκοπτη,πανω στις γραμμες ενος τετραδιου.υπαρχει?δεν υπαρχει?καθε κοψιμο,μια διακριτικη μετατοπιση,μια αφηγηση,μια παρασταση που δεν θα ανεβει δευτερη φορα.
απο την αλλη,η σιωπη εχει αποδειχθει πολλες φορες προτιμοτερη,πολλες φορες απλως χρειαζεσαι τα ποδια,και τη μεση,και το στηθος,και το κεφαλι,για να σπρωξεις τις χαραμαδες αυτου του δωματιου-και την λαμπα φυσικα,να την τραβηξεις με τα δοντια-για να κανουν χωρο οι λεξεις και με θρασσος να περασεις αναμεσα.
ο καλυτερος μου φιλος,πολυ αδιακριτα,βουτηξε στον κυβικο μου χωρο,χωρις ερωτησεις,αυτος ο πετρινος δευτερος μου εαυτος,ακαμπτος,μα εστω φωτεινος.
η κυματιστη χορογραφια,που μου εμαθαν τα αστερια,νεοβαπτιστη,μεσα απο το σεντονι της γεννησης μου,αθελα μου και περα απο την ανθρωπινη μου θεληση,με επλασαν και με χορογραφησαν,και τωρα,μονη,τυλιγμενη λεξεις και παραγραφους,στο ασπρο μικρο μου δωματιο,απλα και πολυ φυσικα,χορευω τον χορο που σωστα και σταθερα μου χαριστηκε.
τα απομειναρια του μονιτορ ενος σιωπηλου μαρτυρα της ακμης μου,ριχνουν τα παρασιτα τους στη λαμπα.
το συναισθημα της απολυτης ευτυχιας,της ευλογημενης κοπελας,και της παρακμαζουσας αναμορφωσης στο εξωτερικου του κυβου,που τελειως ανημπορη δε μπορει να χωρεσει στο ασπρο δωματιο.ο χρονος,παρολη την κουραση του,αγκαλιαζει κι αυτος το δωματιο,σαν την υστεροφημια της λευκοτητας,και συμμαζευει τα μικρα σωματιδια που ξεφυγαν απο κατα τα αλλα αδεξια αποδοση της συμπαντικης χορογραφιας.
οταν μεγαλωσω,θελω να γινω ηλιος,και σιδερενια ακριδα.τι ημουν?φιλος?μηπως εχθρος?

Τετάρτη 23 Φεβρουαρίου 2011

Nocturne E Minor

δεν εχω αναγκη απο νεραιδες,ουτε απο μυγιαγκιχτες πριγκιπισσες,ουτε κουκουλωμενους επαναστατες μονο μουσικη και μουσικη και μουσικη
και θα ναι κριμα,θα ναι τοσο κριμα,να μεινουν πισω οι τραγικοι μας ηρωες,εκεινοι,οι δυνατοι,που βραζουν κατω απο τα μαρμαρα,και ανατελουν καθε δυση
και τα παιδια,τοσα παιδια χαμενα,απο πολυ νωρις
που μια σονατα,απο ενα αερακι,μια μυρωδια απο γιασεμι,κι ενα δυστιχο με το νοημα της ζωης,δε βρεθηκε να τα κρατησει,δε δωθηκε
θαφτηκε σε μια ταξη με τοιχους νοσοκομειου,μεσα σε ενα σπιτι χωρις το βλεμμα
εξω απο τη σφαιρικη,ολοστρογγυλη δυνατοτητα του κοσμου
σαν τα αστερια,καυτα,μικρα παιδια,ηρωες μιας συγχρονης τραγωδιας,τοσο δυσβασταχτης που ξεχασαμε να κοιταξουμε,το φταιξιμο ειναι πανω μου και πανω σου,σαν αστερια σου ειπα,
σαν μικρα μικρα αστερια,ακλονητα,αξια,πανιερα,με πυρωμενους γαλαξιες,και σκεπασμενες χιονοστιβαδες
μη κοιτας οταν γραφεις,μην το κοιτας,
μην αφησεις το μολυβι να σου φυγει
αυτο θα ναι κριμα,
να μη διστασεις
να πεις μια φορα και δυο φορες
δυνατα,απ εξω σου
οτι ολα ειναι εδω,εδω γυρω,ειναι φωτογραφιες,και ειναι παραδοση,ειναι σα να φυτρωσαν οσα αγαπας,μεσα στη μητρα με σπορους απ τον Σειριο,με κρατηρες
χωρις σβησμενα ηφαιστια,με παιδια,που εχουν απ τη γεννηση τους την εκρηξη να κυλαει στις γαλαζιες τους φλεβες,και στα κοκαλα στο λαιμο τους
με πολυ μουσικη,και πολλους αναγραμματισμους,και πολλα συνθηματικα,και την γνωση,
την θαλασσια γνωση,λουσμενη και κεντημενη με νερο και κυματα,και λουλουδια,
την γνωση της εμπιστοσυνης,της δυναμης της αγαπης,
τη γνωση οτι δεν ειναι πασέ να πεις σ αγαπαω,δεν ειναι μπαναλ
ειναι η δυναμη σου,και η δικη τους αποτυχια,ειναι η ευκαιρια σου να αγγιξεις το αιωνιο,το συγκλονιστικο,το ατρανταχτο
που στο κρυβουνε,και με το καιρο εμαθες να το κρυβεις απο μονος σου
ποσος καιρος πρεπει να περασει,ποσο αιμα να χυθει,ποσες μερες πρεπει να χασεις,για να καταλαβεις,να παψεις να το κυνηγας,να το παρεις αποφαση οτι ειναι εδω,καθεσαι πανω του και κανεις οτι δε το βλεπεις ανθρωπε μου,κανεις οτι θα φερεις εσυ τη δικη σου προσωπικη και ανιδεη επανασταση,με χαμηλωμενο βλεμμα,και λερωμενη ψυχη,χωρις καθαροτητα,χωρις γνωση κι αυτογνωσια και κουραγιο,μεσα απο το γραφειο και μεσα απο ενα χυδαιο δεκαπενταμελες,με καφεινη,με ψευτοχαμογελα,και κει ψηλα να φυτρωνουν ελατα και να ξεχυνονται πεδιαδες,και να μην βλεπεις,να μην θες να δεις,κι αυτο που με πληγωνει ειναι οτι δεν εχεις κουραγιο να δεις,διαβαζεις αυτο που λεω και παλι δεν αγαπας,δεν αγγιζεις,δεν περνας καν ξυστα,τοσα παιδια πρεπει να χαθουν,τοσος κοσμος να παει χαμενος οπως χαμενος γεννηθηκες,και να μην εχει ακουσει εναν στιχο,ενα αγγιγμα να μην εχει παρει απο σενα,να κρατηθει,να σε βλεπει λαμπερε μου επανασταση με τις κραυγες των ζωων,με το σκισιμο του φοβου,να κραζεις για καποια αλλη ζωη,για καποιους θανατους που δε ξερεις τι θελουν να πουν,να διαβαζεις καποιο βιβλιο,και παλι να μην ξερεις τι παει να πει,να πληττεις,να βυθιζεσαι σε μια ραστωνη που τελικα θα αποδειχθει αξιεπαινη,να μην μπορεις να θυσιασεις,να μην μπορεις να κουνηθεις απο τις ψευτοιδεολογιες σου,γιατι καταλαβε το,ιδεολογιες δεν υπαρχουν,υπαρχουν καβατζες ομως,υπαρχουν πολυ ομορφα σκαλισμενες ασπιδες,να σου κρατανε πισω απο αυτες τον αληθινο κοσμο,να λες οτι ζεις τη ζωη,οτι αυτοι φταινε,αλλα βαζεις το χαλικακι σου,και μετα ολοκληρο βραχο πανω στα ομορφα,πανω στ'αγαπημενα σου,αυτα που σου χαριστηκαν κι αρνιεσαι να δεις,λες οχι στη σιωπηλη διαμαρτυρια,στη σιωπηλη αντισταση,στην ουσιαστικη,ακραδαντη και απαραβατη γαληνη,βουτηχτικες σε αυταπατες,σε μια γιγαντια διαφημιση,πολυ δυνατα φωτισμενη,σου τρυπαει τα ματια και εσυ κανεις ηλιοθεραπεια στα βαρια της φωτα,πως να αντεξεις το απλο κι απαλο φεγγαροφωτο,πως να μιλησεις για το θεατρο,που δε ξερεις πως να ζησεις και πως να πεθανεις.
καθε βραδυ πεθαινεις αργα,κι ανασταινεσαι το αλλο πρωι,βαζεις το μαγιο σου και κατεβαινεις στη πορεια,και δε ξερεις τι ψαχνεις τι φωναζεις,και με γεμιζεις απογοητευση.
κι ολα ειναι εδω,ολα ειναι εδω,ολα ειναι εδω.δειξε μου εμππιστοσυνη,τα χω δει,εχω αγγιξει λιγακι το αλεφ,εχω ριξει μια κλεφτη ματια.πες το μου.

Τρίτη 8 Φεβρουαρίου 2011

σπαγγος

τα πραγματα ειναι ομορφα ξερεις...ακουω γλυκια μουσικη,απο εκεινες τις λιγες,τις περαστικες,τις φλογοβολες.πως να προλαβεις να σκυψεις το κεφαλι,να κατεβασεις τις μελωδιες,οταν σε εχουν προσπερασει ηδη..
με απλα λογια,πολυ απλα
μια μικρη ιστορια
σαν τον κυνηγο και τον ψαρα
την πριγκηπισσα και το μπιζελι
σαν μια ελπιδα,οχι φανταχτερη,οχι ξεφτισμενη
μικρη,που κοχλαζει
η δυνατοτερη μεσα στις πυραμιδες
με τ'ακροδαχτυλα της ν'αγγιζουν την ακρη του φουστανιου της.
μια τοσο ιερη στιγμη,να βεβηλωνεται απο αλυγιστους δεικτες ρολογιου,απο ενα πνιγερο τικ τακ,σχεδον σβησμενο,ακαθεκτο
ο ναυτης,με το αλφα παρμενο απο το αλεφ - ακομα το ψαχνω - και το υψιλον του,μια σκηνη,χωρις αυλαια,τοσο μαρμαρινη,τοσο απαλη.
θα ειναι ειναι αυτος,ο χορευτης της πλατειας,ο αρκουδιαρης,
το ντεφι,και μετα θα ναι κυκλαμινο,και πευκοβελονια στα ποδια της.
με τι λογια,τι γραμματα να συμμαζεψω?
θα ειναι σαν στηθος,σαν πλατη,σαν την πινακιδα που σου λεει οτι εδω αρχιζει,κι εδω τελειωνει το χωριο.
ο ομορφοτερος απο τους δυο γιους,ο Γιαννακης της Ορφανης,ο αξεχαστος και περπατημενος πανω απο χορταρια και μετα απο θαλασσες,με ενα κουπι και μια ανδρομεδα κρασι σε καθε του χερι,ισα ισα να του θυμιζει,εισαι αυτο που δε γινεσαι,αυτο το χαλικακι που σε ενοχλει στο παπουτσι σου,κι αυτη η ωρα που φυσσαει και χαιδευει.
το μυστικο που επλεξε με τα μαλλια της,σαν κοριτσακι,σαν μικρο παιδι,που το δεσε με σταχυα και τον Αλιακμονα, χιονι για τα ματοκλαδα,και φωτια κι ανασα,για να χει το αλεφ κατι να ξαγρυπνα γι αυτο..
ποσο απλη μελωδια,ποσο απλη...
με το κρασι και το κουπι,μεσα απο πολιτειες,καταξενες,ηρθε να τις εννωσει με μια κλωστη,με εναν σπαγγο,με τα πουλια,τις ριζες,υστερα τ'αγαλματα κι ως περα τ'αστερια. ο μικροτερος,και ο δυσκολοτερος ερμηνευτης,που μυριζει σκονη,και πευκο,κι αγγιστρωνει και δε ξερεις απο μια μερια να πρωτοχαρεις,ποια μερια θα προλαβεις,ποια μερια θα σε προλαβει,αρμονικα,μυστικα συνεννοημενα,χωρις λογια,λιγο αερακι και λιγη σταχτη απ τα παλια,και δυο δοντια δεμενα με τον ιδιο σπαγγο στο λαιμο,η ουσια,η νοσταλγια,ενας κυνοδοντας κι αλλος ενας

Δευτέρα 24 Ιανουαρίου 2011

"Δεν υπάρχει Ζυγός στον Ταύρο"

Δεν υπήρχε κάτι ξεχωριστό στις μέρες της.
Κάθε πρωί ξυπνούσε νωρίς,φορούσε τα ρούχα της,έπινε τον καφέ της πλάι στο παράθυρο-αφού άνοιγε τις κουρτίνες φυσικά-κοιτούσε λίγο απ'έξω.
μετά χτένιζε με τ ακροδάχτυλα τα μαλλιά της,έπλενε τα δόντια της,και πήγαινε με τα πόδια στη δουλειά. Τής άρεσε αυτή η διαδρομή μέσα στην μέρα. Το απαλό κρύο το πρωί,η αβάσταχτη κούραση κι ένταση του μεσημεριού,έπειτα το απόγευμα,ήρεμο,μετανιωμένο για το μεσημέρι,πιο κατασταλαγμένο απ' το πρωί.
καμιά φορά,έδινε την άδεια στον εαυτό της,να μην πάει στην δουλεία,και να κάνει έναν μεγάλο,πρωινό περίπατο στην Πλάκα, στα Αναφιώτικα,μετα στο κέντρο,στα εξάρχεια,κι ακομα πιο πέρα,και μετα πάλι πίσω.
Δούλευε σε ένα αγνώστου προελεύσεως ιπτάμενο γραφείο,ήταν η πιο μικρή,και πάντα είχε κοντά της ένα μπουκαλι καφετί,σκουρόχρωμο- κανείς δε ξέρει τι είχε μέσα- και το άδειαζε με μικρές απολαυστικές γουλιές.
Όταν βαριόταν,έκανε πως είναι ο διπλανός της συνάδελφος,ύστερα ότι είναι μια μια διεθνούς βεληνεκούς ντίβα που καπνίζει το ένα τσιγάρο πάνω στο άλλο και το μεσαιο της όνομα αρχιζει απο B.
Κάθε μέρα,έβαζε κι έναν καινούργιο επερχόμενο κίνδυνο στην μέρα της.
Πρώτα,ερχόταν ενας μεγάλος τυφώνας,έπρεπε να φορέσει όλα τις τα σκουφιά και τα κασκόλ μαζι - ειδικά εκείνο που της είχαν φέρει απο την Τσεχία,η μαμα θα θύμωνε πολύ αν το έχανε!- να δέσει τον εαυτό της πάνω στον εαυτό της με ζώνες,και να κουλουριαστεί πανω στην καρέκλα της.Την άλλη μέρα θα ερχόταν ένας πολύ επικίνδυνος κακός, και απο μέσα της παρακαλούσε τον σούπερ ήρωα της Αθήνας να της κάνει την χάρη για μια μέρα και να μην σώσει το κόσμο,τον κατάφερνε με δυο κλωτσιές και μόνη της.
Είχε συνήθειο να μπαίνει στις τράπεζες,και να γράφει αποσπάσματα ωροσκοπίου πανω στα φυλλάδια και να τα τοποθετει πίσω στην θέση τους,να κάθεται αναπαυτικά στην θεση της και να περιμένει τον πρώτο που θα ξεφυλλιζε κάποιο από αυτά.Εκείνος,ξαφνιασμενος,κοίταζε μια το χαρτί και μια δεξιά κι αριστερά,ίδρωνε,ξείδρωνε,σηκωνόταν αλαφιασμενος με το φυλλαδιο στο χέρι και έβγαινε απ' την τράπεζα.
Τα απογεύματα,τα περνούσε σπιτι της,με απαλή μουσική,ίσως και εκείνη την κασέτα με ήχους απο την θάλασσα και τα βουνά που της είχε δώσει εκείνη η χαμένη η ψυχολόγος, "θα την βάζεις όταν δε μπορείς να συγκεντρώσεις τις σκέψεις σου,θα κάθεσαι σε στάση λωτού,και όλα θα κυλάνε νεράκι".
Στην αρχή,πήγαινε μερικά βράδια σινεμά,μόνο που αποφάσιζε πως ειναι ο πρωταγωνιστής,και τελικά το μόνο που κατάφερνε να πάρει βγαίνοντας ήταν το άδειο κουτι ποπ κορν, και τα ξένα μονταρισμένα πάθη της.
Έπινε τον καφέ της, διάβαζε που και που κανένα βιβλίο,ή καλούσε για συμπαράσταση στο μοναχικο καθισιό της καμιά φίλη ή γειτόνισσα.
Το βράδυ, έπεφτε ότι ώρα ήθελε για ύπνο,φορώντας πάντα ζεστές καλτσες,ακόμη και αν έξω έβραζε ο αέρας.
Μέχρι να ξημερώσει η 27/8/98. ξύπνησε νωρίς, φόρεσε τα ρούχα της,ήπιε τον καφέ της πλάι στο παράθυρο-αφού άνοιξε τις κουρτίνες φυσικά-κοίταξε λίγο απ'έξω.
μετά χτένισε με τ ακροδάχτυλα τα μαλλιά της,έπλεινε τα δόντια της,και πήγε με τα πόδια στη δουλειά. καθώς κατέβαινε την Σταδίου με μεγάλα βήματα,και τον καφέ στο χέρι, γλιστρησε,έπεσε πίσω με την πλάτη,και όλο αυτό για να προσγειωθεί στο χέρι της μια "εντολή" : "πήγαινε κατευθείαν στην φυλακή.μην περάσεις από την αφετηρία"
Την κράτησε στο χέρι της,την διάβασε πάλι και πάλι,την μύρισε,την δάγκωσε στην γωνία σηκώθηκε αργα,κοιτώντας πάντα την κάρτα. Περπάτησε μέχρι το γραφειό,καλημέρισε τον διπλανό συνάδελφο,ανέβηκε πάνω στην καρέκλα,ύστερα πάνω στο γραφείο και πάνω στα χαρτια,πέταξε τα επιβλητικά και επίπονα τακούνια στα γόνατα του διευθυντή που τύχαινε να βρίσκεται εκει,και έβγαλε την κάρτα από την τσέπη.
"Δεν καταλαβατε ποια είμαι ε?χαχα!Δεν θυμάστε?ούτε λίγο?έλειπα καιρο! μήν τρομάζεις καλέ μου διευθυντή! Δεν με αναγνωρίζει κανεις απο εσάς...?έλειψα πολύ το ξερω...το ξέρω...πολύ έλειψα..." με το ένα χέρι σβήνει απαλά το κραγιόν της,και το άλλο το έχει κρεμάσει αμήχανα στην μεριά του."τωρα όμως ήρθα! δεν ήρθα? δεν σας λέει κάτι το κραγιόν μου,έτσι?ούτε τα τακούνια μου..μαλλον...ουτε η σεμνοτυφη φούστα μου...να,θα λύσω τα μαλλιά μου όμως,τι ηλίθιος κότσος,και τι ακόμα πιο ηλίθιο λαστιχάκι..ναι ναι...κατι θυμάμαι γω...εσυ? προς το που να πάω?ε? όταν ήμουν μικρή είχα κλέψει ένα ασημένιο στυλο απο το χαρτοπωλειο της γειτονιας..τωρα θα κλεψω το αμάξι σας!!!και μετά το σπίτι σας!και μετά, θα πάω να παίξω μπιλιάρδο με την γειτόνισσα,και θα γελαμε τόσο πολύ!!και μετά θα βάλω μέσα στην τσάντα μου νεράτζια,και θα σπάσω τα παράθυρα του αυτοκινήτου που σας έκλεψα!μετά,μετα...θα δεσω για να ξαναλυσω πάλι τα μαλλιά μου!δε με αναγνωριζεται!!! Εγω,εγω,είχα κλειστει σε ένα ασανσέρ μαζι σας σαν σήμερα!δε θυμάστε?ναι ναι με όλους εσάς!χαχαχα!ωραία είχαμε περάσει,πολύ ωραία! ο κύριος διευθυντής ήταν ερωτευμένος,και έιχε μαζι του μια σακούλα με πορτοκάλια,είχε κερασει ένα στον καθενα! σε σενα δύο αγαπητε διπλανε συναδελφε!μετα δε θυμάστε? ήμουν εκείνο το κορίτσι,που κρέμαγε κεράσια στ'αυτία του απο το απέναντι σπιτι στην Σκιάθο! και μετά εκείνη η κοπέλα που νόμιζες οτι εξαϋλώθηκε σε εκείνο το θέατρο,δε θυμασε?την κοιτούσες σε όλη την παράσταση,κι εκείνη έκανε ότι δε σε είχε πάρει χαμπάρι,αλλα μετά έσκυψες γιατί σου έπεσε κάτι,αλλα τελικά δεν σου είχε πέσει κι όταν γύρισες να κοτάξεις δεν ήταν εκεί!Ήμουν αυτή που έπιασες να πηδιέται στις τουαλέτες εκείνου του άθλιου μπάρ κι εκείνη που η μάνα σου είπε να μην πλησιάσεις! ήμουν το κοριτσακι του "πρωινου άστρου" , η κατσαριδα της μεταμόρφωσης και αυτη που δε φοβάται την βιρτζίνια γούλφ!"Ήμουν εκείνη που σου ψυθίρισε το νόημα της ζωής,εσύ παραλίγο να το περάσεις για ιντερνετικό λογοπαίγνιο,μέχρι που σε χτυπησε κατακούτελα,λιποθύμισες και ήρθες και κλείστηκες στο αγνωστου ταυτοτητας ιπταμενο γραφειο,για να μην το σκεφτεσαι,να μην σε χτυπάει και να μην χρειαστεί αν το χτυπήσεις κι εσύ! Και τώρα ξέρεις ποια είμαι? ειμαι η "ΠΗΓΑΙΝΕ ΚΑΤΕΥΘΕΙΑΝ ΣΤΗΝ ΦΥΛΑΚΗ.ΜΗΝ ΠΕΡΑΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΦΕΤΗΡΙΑ",να μπω,και προσεχε καλα τι θα φέρουν τα ζαρια,να βγω γρηγορα! αντε να μπω,να δω τι θα καταλαβεις!"
Κατέβηκε απότομα απο το γραφείο,και ετσι ξυπόλητη και με λυμμένα μαλλια,έτρεξε στην τράπεζα,πηρε τα φυλλαδια,γέμισε την πόλη με "Είναι στο χέρι σας αυτόν το μήνα να δημιουργήσετε συνθήκες ζωής που να σας δώσουν την απαραίτητη ασφάλεια που χρειάζεστε"
με "Νέα Σελήνη θα κάνει όψη με τον Άρη καθώς βρίσκεται και αυτός στον Υδροχόο οπότε σας δίνει την απαραίτητη ενέργεια να δράστε προκειμένου να τακτοποιήσετε εκκρεμότητες που τυχόν υπάρχουν." και τα μυστικα του σεξ απο ένα περσυνό τεύχος του κοσμοπόλιταν,τους φώναξε πως νόημα υπάρχει,αλλά φρόντισαν να το ξεχάσουν,και δε θα κάνει τίποτα,όχι όχι,τιποτα ΑΠΟΛΥΤΩΣ γι αυτό,μονο θα πάει αμέσως και τρεχοντας με τις σκισμενες κάλτσες στην φυλακή,μόνο να προσεχουν την ζαριά που θα φέρουν.

Τρίτη 11 Ιανουαρίου 2011

ανκόρ

σαν να περπατας στο δρομο,και να ακους τα βηματα σου,
να σε ακουμπανε ξυστα οι ανασες των περαστικων
ποια να σαι τωρα εσυ,το τεμπο κι οι ρυθμοι σου δε συμβαδιζουν,
κατι γινεται με το περπατημα σου,κατι με τα μαλλια σου
κι ειναι μετα κι εκεινη η μυρωδια που δεν ακουμπησε ξυστα,
αλλα χτυπησε αμεσως δυνατα το μετωπο.
να βγαζεις μετα το μπλοκακι απο την τσεπη και να το σημειωνεις,
ελα εδω,καταφυγιο μου,σκυμμενοι πανω απ την οθονη
κανεις δε θα το μαθει, σαν να σου λεω,ουτε κι εγω δε το ξερω.
και μετα πια γειτονια να πρωτογυρισω,ποια πορτα,ποιο σπιτι,
σε πια γωνια να πρωτοπω αυτα που δεν τολμησε κανεις μας,
σαν να σε επαιρνα-παραλιγο-στα σοβαρα.
η πολη μου σε καθε γωνια της ειναι τοσο φωτεινη.
η πολη μας,εχει σε καθε της μπαλκονι φυτεμενη απο μια θαλασσα,
κι ενα μικρο χαρτινο καραβακι,γραμμενο με μεγαλα κοκκινα γραμματα το ονομα σου στη μισοτσαλακωμενη πρυμνη.
Σαλπαρουμε!
λυστε τους καβους και πεταξε μου τις ξυλομπογιες,
μονο μη ξεχασεις τον ρυθμο σου,το ταξιδι τους δε θα ναι μικρο.
παρε νεον επιγραφες,και την καυτη εξατμιση απο μια μοτοσυκλετα
παρε τον τρυπημενο μου κολαν και μην ξεχασεις τον ρυθμο σου.
σαν να ειμαι ακομα στο κρεβατι μου,κι εσυ πισω στο δικο σου.δε ξερεις και δε ξερω,το ειπαμε,το συμφωνησαμε απο την πολυ αρχη.
δυο τσιγαρα και τα πλειμομπιλ του μικρου μου αδερφου.
το παλιο μουυ μπλοκακι,τα παλια μου μαλλια,οι παλιες μου φωτογραφιες.
θα σου ελεγα να κρατησω δυο τρεις..
φορτωνε πραγματα,φορτωνε,δε βλεπεις απο κατω?
εχει γεμισει η ακαδημιας απο φοιτητες που θα γινουμε!
δε βλεπεις πιο κει?
ουτε κι εγω ξερω ,αλλα κοιτα τον δρομο!
σαν να κλωτσας την τηλεοραση και να μασας το τηλεχειριστηριο,
"ξερεις τι ομορφο ηχο κανει η τηλεοραση οταν σπαει?"
ενα τσεκουρι,ενα τσεκουρι παρακαλω!
πρεπει να κοψω τις τελευταιες ριζες,τα τελευταια σκοινια,τα τελευταια χερια που εμειναν να κρεμονται απο τα καγκελα του μπαλκονιου μας.
ο δρομος ειναι τοσο απλος,τοσο απλος,κοιταξε κατω,κοιτα τα αποτσιγαρα,τα λερωμενα πεζοδρομια,ειναι δικα μας,ειναι δικια μας αυτη η μουσικη απο τα ακουστικα,
θα γινουμε σαν τους αποκυρηγμενους ονειροπολους,καθολου ονειροπαρμενοι,τοσο χαρουμενα ρεαλιστες,τοσο σιγουρα ελευθεροι!με τοσες ζωες,μια για τους αλλους και χιλιες για μας!με τα ποδια στον αερα και το κεφαλι σφινωμενο καλα μεσα στο χωμα.
με μια σταμπα στην αριστερη μας παλαμη,με εναν υπνοβατη με τις ριγε του μπιτζαμες.
ακουγε το σαξοφωνο.μην βαλεις τα ακουστικα.κι εκεινος για μας παιζει!
ξαπλωμενοι στα χορταρια,περα απ' τους αγγελους κι ακομα πιο περα απο τους δαιμονες,
διπλα απο το μεγαλο δεντρο με τα ερωτηματικα.
κατω απο συννεφα,και απο μυρωδια γιασεμιου και "μ'αγαπα δε μ'αγαπα"
ο συνδρομητης που καλεσατε θα εχει πιθανον το τηλεφωνο του απενεργοποιημενο,παρακαλω μην ξανακαλεσετε ποτε.
ο συνδρομητης που καλεσατε,ειναι τωρα ξαπλωμενος,χωρις κανενα ρουχο,
οι πασχαλιτσες θα του γαργαλανε την καρδια,θα πεταει ολα τα νεροπιστολα,
στα συνορα μιας περιπλανησης ακινητης,αλλα τοσο ενεργητικης,στα ορια της και γυρω γυρω στα προαστια της,σα να σου λεω οτι οι προθεσεις του συνδρομητη ειναι εντιμες,ειναι ειλικρινης,δε σταματαει να κανει ολορθια λαθη.ειναι ξυπολιτος και περιμενει μια κιθαρα,ενα τυμπανο,μια γυναικα.ο συνδρομητης που καλεσατε περιμενει το τελευταιο ανκορ.καποιος να του δωσει το μπουκετο με τα τηλεκοντρολ.